
Βιώνουν μια παράξενη, «εκρηκτική» ησυχία τις τελευταίες ημέρες, αποφεύγουν τις συζητήσεις για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής ή μιλούν ψιθυριστά και με... κωδικούς για τις εξελίξεις, προκειμένου να μη χαρακτηριστούν «ακροδεξιοί» ή «συριζαίοι», και φοβούνται ότι μόνο μία σπίθα αρκεί για να βάλει ξανά φωτιά στις πολύπαθες γειτονιές τους.
Στις συνοικίες του Αγίου Παντελεήμονα, της Κυψέλης, της πλατείας Κολιάτσου και της πλατείας Αμερικής, εκεί όπου η φτώχεια, η ανεργία, η έκρηξη της εγκληματικότητας και η αδιαφορία της Πολιτείας «άνοιξαν την πόρτα» και στη Χρυσή Αυγή, οι κάτοικοι ζουν από την περασμένη εβδομάδα με την αγωνία ότι σύντομα θα ξεσπάσει μια νέα θύελλα, που ενδέχεται να πυροδοτήσει έναν ιδιότυπο εμφύλιο με θύματα τους ίδιους και τις περιουσίες τους.
Στους δρόμους και στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, που έχουν μετατραπεί δεκάδες φορές τα τελευταία χρόνια σε πεδίο μάχης, κάτοικοι, καταστηματάρχες και νόμιμοι αλλοδαποί τρέμουν τις αντιδράσεις που μπορεί να υπάρξουν με αφορμή τη σύλληψη και την προφυλάκιση του γενικού γραμματέα της Χρυσής Αυγής Νίκου Μιχαλολιάκου και τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν και άλλα ηγετικά στελέχη του κόμματος.
Οι «δηλωμένοι» υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής έχουν περιορίσει τις εμφανίσεις τους στην περιοχή περιμένοντας να περάσει η μπόρα και άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τη Χρυσή Αυγή, αλλά έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ της απομάκρυνσης των παράνομων μεταναστών από τη γειτονιά τους, αποφεύγουν ακόμη και να απαντήσουν σε τηλεφωνικές κλήσεις με απόκρυψη!
«Υπάρχει ένα μούδιασμα στον κόσμο, ένας φόβος ότι θα αρχίσουν πάλι τα επεισόδια. Εδώ και μία εβδομάδα έχουμε ηρεμήσει λίγο, επειδή κάποιες γνωστές... φάτσες εξαφανίστηκαν από την περιοχή μας και νιώθουμε πιο ασφαλείς, με την έννοια ότι ξέρουμε τουλάχιστον ότι, μέχρι να επιστρέψουν, δεν θα έχουμε φασαρίες.
Ωστόσο, όσο περνάει ο καιρός και συνειδητοποιούν όλοι τι έχει συμβεί, φοβόμαστε ότι τόσο μέλη της Χρυσής Αυγής όσο και οι... απέναντι θα διεκδικήσουν ξανά τον χώρο τους στην πλατεία» λέει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» η 70χρονη Αννα Πάσχου - Βακάλη. Η δικαστική έρευνα για τη Χρυσή Αυγή έχει επισκιάσει τα τελευταία εικοσιτετράωρα την καθημερινότητα των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι όμως «μετρούν» κάθε λέξη που χρησιμοποιούν και καταφεύγουν ακόμη και σε... συνωμοτικές μεθόδους, προκειμένου να μη στοχοποιηθούν!
«Με τις γειτόνισσες δεν λέμε πια οι χρυσαυγίτες, λέμε απλώς “αυτοί”. Και όταν είναι άγνωστοι μπροστά, σταματάμε την κουβέντα και αλλάζουμε θέμα» σημειώνει η ίδια. Την ίδια τακτική ακολουθούν και αρκετοί ιδιοκτήτες καταστημάτων γύρω από την πλατεία, που έχουν... απαγορεύσει στους πελάτες τους οποιαδήποτε αναφορά στην υπόθεση. «Οσοι έχουν ένα μαγαζάκι στη γειτονιά δεν μπλέκονται σε τέτοιες συζητήσεις. Κάνουμε μεγάλο αγώνα για να σταθούμε στα πόδια μας, ειδικά τώρα με την κρίση, που το εισόδημά μας έχει μειωθεί δραματικά. Η περιοχή μας ήταν ήσυχη, μία από τις καλύτερες της Αθήνας. Τώρα όμως, με όλη αυτή την υποβάθμιση, η περιουσία μας δεν αξίζει τίποτα. Ο κόσμος εδώ θέλει την ηρεμία του, για να κοιτάξει τη ζωή του και τα προβλήματά του» αναφέρει ιδιοκτήτρια ψιλικατζίδικου κοντά στο Αστυνομικό Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονα.
Την ίδια άποψη εκφράζουν και μέλη της Επιτροπής Κατοίκων Αγίου Παντελεήμονα, που θέτουν ως προτεραιότητα την επίλυση των σοβαρών οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων που ταλαιπωρούν τη γειτονιά τους. «Ολοι αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει με τη Χρυσή Αυγή και είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια μικρή ανησυχία για το αύριο. Για παράδειγμα, τις τελευταίες ημέρες μάς τηλεφωνούν πολλές φορές με απόκρυψη, γεγονός που ίσως συνδέεται με τη στάση μας απέναντι στους παράνομους μετανάστες. Πιστεύουμε ότι δεν έχουν θέση στην περιοχή μας και έχουμε κατηγορηθεί από πολλούς ως ρατσιστές. Εμείς, πάντως, δεν απαντάμε σε τέτοιες κλήσεις και ασχολούμαστε περισσότερο με θέματα όπως η εγκληματικότητα, τα χαράτσια, οι φόροι, η ανεργία και τα λουκέτα στα καταστήματα» λέει ο πρόεδρος της επιτροπής Σπύρος Γιαννάτος.
Σύμφωνα με την Επιτροπή Κατοίκων Αγίου Παντελεήμονα, ο αριθμός των Ελλήνων που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στην περιοχή έχει μειωθεί δραματικά την τελευταία πενταετία. «Μέχρι το 2008 υπήρχαν στον Αγιο Παντελεήμονα περίπου 70 ελληνικά μαγαζιά. Σήμερα, δεν ξεπερνούν τα 10. Η αξία των ακινήτων έχει μειωθεί τόσο πολύ, ώστε πριν από λίγο καιρό πουλήθηκε γκαρσονιέρα με 8.500 ευρώ. Σε επίπεδο ασφάλειας, δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε. Οι γυναίκες δεν μπορούν να κυκλοφορήσουν το βράδυ με σκουλαρίκια ή με ρολόι στο χέρι, πεζές περιπολίες δεν βλέπουμε και η αστυνομική δύναμη δεν επαρκεί. Προσπαθούμε να αντέξουμε, να ζήσουμε εδώ, πρέπει όμως και η Πολιτεία να ασχοληθεί επιτέλους με τα προβλήματά μας» αναφέρει το μέλος της επιτροπής Μιχάλης Κληροδέτης.
Η Αστυνομία και ο φόβος για επεισόδια
Από το βράδυ της περασμένης Κυριακής, αστυνομικοί από τις Διευθύνσεις Αστυνομίας Αθηνών, Αμεσης Δράσης και Αστυνομικών Επιχειρήσεων «σκουπίζουν» σχεδόν κάθε βράδυ τον Αγιο Παντελεήμονα και τις περιοχές γύρω από την Ομόνοια, προχωρώντας σε προσαγωγές και συλλήψεις παράνομων μεταναστών και ατόμων που θεωρούνται ύποπτα για εγκληματικές δραστηριότητες. Πολλοί κάτοικοι του Αγίου Παντελεήμονα ερμηνεύουν τις συνεχείς αστυνομικές επιχειρήσεις στη γειτονιά τους ως επικοινωνιακό τέχνασμα, άλλοι όμως υποστηρίζουν ότι η συγκεκριμένη κίνηση είναι απολύτως απαραίτητη για τη διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή.
«Οπως μαθαίνουμε, η Αστυνομία κινείται με αυτόν τον τρόπο, ώστε να προλάβει τυχόν συγκρούσεις, να στείλει μήνυμα στους αλλοδαπούς ότι δεν θα... αλωνίζουν στην πλατεία, αλλά και να τους προστατεύσει από πιθανές επιθέσεις εναντίον τους. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε φορά οι προσαχθέντες παραμένουν στην οδό Μιχαήλ Βόδα, δίπλα στο Αστυνομικό Τμήμα, για αρκετές ώρες, ώστε οι αστυνομικοί να είναι απολύτως σίγουροι ότι δεν θα γίνουν επεισόδια» λένε στην «κυριακάτικη δημοκρατία» κάτοικοι της περιοχής.
«Οταν η Πολιτεία δεν κάνει σωστά τη δουλειά της, για το θέμα των αλλοδαπών, κάποιοι το εκμεταλλεύονται για δικούς τους λόγους»
Τη δική τους αγωνία μέσα στον κυκεώνα των εξελίξεων των τελευταίων ημερών βιώνουν και οι κάτοικοι των Κάτω Πατησίων, με την πλειονότητα αυτών να υποστηρίζει ότι η κατάσταση στην περιοχή τους δεν βελτιώθηκε ούτε χειροτέρεψε με τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής και την προφυλάκιση κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων του Νίκου Μιχαλολιάκου. «Τα προβλήματά μας παραμένουν ίδια. Εμείς, άλλωστε, δεν περιμέναμε από καμία Χρυσή Αυγή να δώσει λύσεις, αυτό είναι δουλειά του κράτους». Η «κυριακάτικη δημοκρατία» είχε βρεθεί ξανά στις γειτονιές τους πριν από περίπου μία διετία. Τότε που, όπως έλεγαν, «η εγκληματικότητα είχε φτάσει στο απροχώρητο», αφού τα κρούσματα βίας ήταν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο.
Σήμερα, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ, «αν και έχουν γίνει κάποιες κινήσεις από την πλευρά της Πολιτείας και φαίνεται ότι υπάρχει θέληση να αλλάξουν τα δεδομένα. Από τη θεωρία στην πράξη, όμως, η απόσταση είναι χαοτική. Μπορεί η αστυνόμευση να έχει ενταθεί αλλά το πρόβλημα της παραβατικότητας στις περιοχές (μεταξύ πάρκου ΦΙΞ και πλατείας Αμερικής) δεν λύνεται εν μία νυκτί. Το κράτος πρέπει συντονισμένα να προβεί σε ενέργειες προκειμένου να βελτιωθεί αισθητά η κατάσταση.
Οι “σκούπες” της Αστυνομίας δεν αρκούν» εξηγεί ο επί χρόνια κάτοικος της περιοχής, πλησίον της πλατείας Κολιάτσου Σπύρος Πουλιάσης. Στο θέμα της αστυνόμευσης, πάντως, και συγκρίνοντας το -όχι και τόσο μακρινό- χθες με το σήμερα, οι περισσότεροι μιλούν για διαφορές «της ημέρας με τη νύχτα». Στις αρχές του 2012 τις τύχες του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη κρατούσε ο «Πατησιώτης» Χρήστος Παπουτσής, ο οποίος αποτελεί persona non grata για τους πρώην γείτονες και συμμαθητές του, οι οποίοι δεν είχαν την τύχη να μετακινηθούν... βορειότερα, χαρακτηρίζοντας την περίοδο Παπουτσή τη χειρότερη που έζησε η περιοχή.
«Τουλάχιστον σήμερα βλέπουμε κάποιους αστυνομικούς να περιπολούν ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ομως τη νύχτα οι περιπολίες μειώνονται, ενώ ο θεσμός του “αστυνόμου της γειτονιάς” παραμένει ακόμη στα χαρτιά. Παλιότερα η Αστυνομία ήταν παντελώς απούσα και έτσι έβρισκαν ζωτικό χώρο κάθε λογής παραβάτες, από εμπόρους ναρκωτικών μέχρι ληστές, που δεν δίσταζαν να δολοφονήσουν για λίγα ευρώ. Οχι φυσικά ότι σήμερα έχουμε γίνει παράδεισος. Αναγνωρίζουμε ότι γίνονται κινήσεις, αλλά θα χρειαστούν χρόνος και πολιτική βούληση για να επιστρέψει η ηρεμία», επισημαίνει ο Μπάμπης Μόσχος. Συνταξιούχος αστυνομικός και ο ίδιος, γνωρίζει πολύ καλά ότι σε μια επιβαρυμένη περιοχή δεν υπάρχουν περιθώρια για ολιγωρίες, καθώς το παραμικρό κενό εξουσίας δίνει «πάτημα» σε... αυτόκλητους σωτήρες.
«Περίπου αυτό συνέβη και με τη Χρυσή Αυγή. Οταν στις 14 Δεκεμβρίου του 2011 συντάξαμε -μάλιστα, μαζί με αρκετούς νόμιμους μετανάστες-γείτονές μας- μια καταγγελία για την αφόρητη κατάσταση στο 5ο Δημοτικό Διαμέρισμα, την κοινοποιήσαμε σε όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα -από τη Χρυσή Αυγή και τον ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ- και φυσικά σε όλους τους τότε αρμοδίους και τα ΜΜΕ. Ως είθισται, σχεδόν κανένας δεν ενδιαφέρθηκε, εκτός από τη Χρυσή Αυγή. Πάντως ακόμη και το κλισέ ότι η Χρυσή Αυγή επιβάλλει την τάξη στις γειτονιές είναι μύθος. Εκτός από μερικά επεισόδια που δημιουργήθηκαν, για εμάς δεν άλλαξε τίποτα. Πρέπει να γίνει σαφές ότι η προστασία των πολιτών είναι δουλειά της Πολιτείας. Και όταν η Πολιτεία δεν κάνει τη δουλειά της, κάποιοι το εκμεταλλεύονται για δικούς τους λόγους» προσθέτει με νόημα ο κ. Πουλιάσης.
«Είχα χάσει τον ύπνο μου στα Πατήσια, γι' αυτό μετακόμισα»
Οι συνεχείς εντάσεις των τελευταίων ετών σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της περιοχής έχουν κάνει πολλούς από τους κατοίκους των Πατησίων να εγκαταλείψουν σπίτια και επιχειρήσεις στην περιοχή και να μετακομίσουν στα «ασφαλή» προάστια. Μία από αυτούς είναι και η κυρία Ελένη, η οποία για προσωπικούς λόγους αποφάσισε το 2011 να μετακομίσει μαζί με τον γιο της, από το Μαρούσι που έμενε, στην οδό Λεμεσού στα Κάτω Πατήσια. Σήμερα, έπειτα από 18 μήνες, ζει πάλι στο Μαρούσι και, όπως λέει, έχει βρει ξανά την ησυχία της. «Οταν πήρα την απόφαση να ζήσω στα Κάτω Πατήσια, δεν είχα ιδέα τι πρόκειται να αντιμετωπίσω. Εκ των υστέρων, κατάλαβα ότι ήταν ίσως η χειρότερη απόφαση της ζωής μου. Τα συνεχή επεισόδια μεταξύ αλλοδαπών αλλά και οι αντεγκλήσεις Ελλήνων και ξένων, που συχνά ξέφευγαν από τα όρια, με έκαναν να φοβάμαι για εμένα και το παιδί μου. Για ένα μεγάλο διάστημα είχα χάσει τον ύπνο μου».
Εχοντας πλέον αφήσει πίσω της αυτήν την «κακή παρένθεση», όπως χαρακτηρίζει τους 18 μήνες που έζησε στην οδό Λεμεσού, έχει βρει την ισορροπία της, αλλά εξακολουθεί να διατηρεί επαφές με τους παλιούς γείτονές της. «Αυτό που με εκπλήσσει είναι η άγνοια των κατοίκων των προαστίων για όσα συμβαίνουν στο κέντρο. Οταν τους περιγράφω αυτά που βίωσα με κοιτούν με ανοιχτό το στόμα. Βέβαια, κι εγώ, αν δεν είχα ζήσει εκεί, δεν θα ήξερα το παραμικρό. Είναι τόσο “μακρινό” τελικά το κέντρο της Αθήνας;» διερωτάται.
Γεράσιμος Κόντος, Αγγελος Σκορδάς